Η ανάγκη για αλλαγή
Παγκόσμιες απειλές
- Greek
- Bulgarian
- Czech
- Danish
- German
- English
- Spanish
- Estonian
- French
- Hungarian
- Icelandic
- Italian
- Lithuanian
- Latvian
- Dutch
- Polish
- Romanian
- Russian
- Slovenian
- Turkish
- Ukrainian
Ο Henning Riecke μελετά την ανάγκη για αλλαγή στους διεθνείς οργανισμούς, ισχυριζόμενος ότι ο μετασχηματισμός του ΝΑΤΟ θα πρέπει να βασίζεται πάνω σε σταθερά πολιτικά θεμέλια.
Όταν ο Γερμανός Καγκελάριος, όπως καταγράφηκεστα πρακτικά της φετινής ετήσιας Συνόδου για την Ασφάλεια που έγινεστο Μόναχο τον Φεβρουάριο, είπε ότι το ΝΑΤΟ «δεν ήταν πλέον οκύριος τόπος όπου οι διατλαντικοί συνέταιροι συζητούν καισυντονίζουν τις στρατηγικές», απλά δήλωνε το προφανές. Όμως αυτό τοοποίο προκαλεί ανησυχία είναι το ότι δεν υπάρχει κάποιος άλλοςκοινός τόπος. Ο λόγος για τον οποίο ο Gerhard Schroder επέλεξε νατονίσει τη δύσκολη θέση της Συμμαχίας είναι ότι το ΝΑΤΟ σχεδιάστηκεεν μέρει για να οικοδομεί συναίνεση μεταξύ της Ευρώπης και τηςΒορείου Αμερικής στο τομέα της ασφάλειας, και ο ΓερμανόςΚαγκελάριος πίστευε ότι έπρεπε να κάνει καλύτερη δουλειά. ΟSchroder πρότεινε τη δημιουργία μιας ομάδας υψηλού επιπέδου για νασυζητηθεί πώς μπορούν να βελτιωθούν οι διατλαντικές σχέσεις, μεστόχο, μεταξύ άλλων, την αποκατάσταση μιας κουλτούρας γιαστρατηγικό διάλογο εντός της Συμμαχίας. Για να επιτευχθεί ο σκοπός,το ΝΑΤΟ πρέπει να προσαρμοστεί.
Φυσικά, η Συμμαχία δεν είναι ο μόνος διεθνής οργανισμός που πρέπεινα προσαρμοστεί στο σημερινό ρευστό και πολύπλοκο περιβάλλονασφαλείας. Τόσο η Ευρωπαϊκή Ένωση όσο και τα Ηνωμένα Έθνη πρέπει εξίσου να σκέπτονται τη μεταρρύθμιση και να είναι φιλόδοξα, αν θέλουννα προχωρήσουν, να είναι σύγχρονα και να συνεισφέρουν στηνοικοδόμηση ενός πιο σταθερού κόσμου. Ούτε είναι η πρώτη φορά που τοΝΑΤΟ βρέθηκε σε μια τέτοια κατάσταση. Πράγματι, είναι δύσκολο νασκεφθούμε μια εποχή που η Συμμαχία δεν βρέθηκε στη διαδικασία ναανακαλύψει εκ νέου τον εαυτό της.
Ωστόσο παρ’ όλα αυτά που συχνά γράφτηκαν στο πέρασμα των χρόνων,τόσο από τους επικριτές όσο και παρομοίως από τους υπερασπιστές τηςΣυμμαχίας, ότι δηλαδή το ΝΑΤΟ είναι άσχετο ή ότι πεθαίνει, ηΣυμμαχία κατάφερε να κάνει την προσαρμογή στις νέες προκλήσειςσχεδόν ειδικότητά της. Βεβαίως, η αλλαγή δεν ήρθε πάντοτε εύκολα.Πράγματι, το πιο συχνό ήταν ότι, η διαδικασία χαρακτηριζόταν απόαπογοήτευση, προστριβή και παρατεταμένες διαβουλεύσεις, κάνοντας τηΣυμμαχία κάποιες φορές να εμφανίζεται σαν ένα θερμοκήπιο εσωτερικώνκαυγάδων παρά ως ένας θεσμός για την οικοδόμηση συναίνεσης. Όμωςασχέτως πόσο έντονες ήταν οι συζητήσεις, τελικά πάντοτε οδηγούσανσε συμβιβασμό, και αυτού του είδους η προσαρμογή ήταν ουσιώδης γιατην πετυχημένη εξέλιξη του ΝΑΤΟ όπως και για τη διατήρηση ευρύτερηςσταθερότητας. Επιπλέον, το ΝΑΤΟ σήμερα βρίσκεται στη διαδικασίαενός εξαιρετικά δυναμικού στρατιωτικού μετασχηματισμού. Τότε γιατίη Συμμαχία εμφανίζεται τόσο πολύ πολιτικά διαιρεμένη;
Για να κατανοηθεί ο τρόπος με τον οποίο προσαρμόζεται το ΝΑΤΟαπαιτείται να αναλυθούν οι κατευθυντήριες δυνάμεις που βρίσκονταιπίσω από την συνοχή της Συμμαχίας. Κατά καιρούς όταν αλλάζει τοπεριβάλλον ασφαλείας, θέματα όπως η κοινή αντίληψη της απειλής, τοκοινό συμφέρον για τη διατήρηση της παρουσίας των ΗΠΑ στην Ευρώπηκαι οι κοινές αξίες αναπόφευκτα εξετάζονται εξονυχιστικά. Αυτόσυνέβη σε μεγάλο βαθμό, για παράδειγμα, στη δεκαετία του 1960 ότανοι Ηνωμένες Πολιτείες έγιναν για πρώτη φορά ευάλωτες εξ αιτίας τηςανάπτυξης των σοβιετικών διηπειρωτικών πυραύλων. Την εποχή εκείνη,η Συμμαχία απάντησε, αλλάζοντας το στρατηγικό της δόγμα από τημαζική ανταπόδοση στην ευέλικτη απάντηση και, μετά από τηνυιοθέτηση της Έκθεσης Harmel το 1967, επαναπροσδιόρισετους μελλοντικούς στόχους της Συμμαχίας, που ήταν πλέον αφ΄ ενόςμεν η πρόβλεψη για αποτροπή και αφ’ ετέρου η προώθηση τηςύφεσης.
Με αυτόν τον τρόπο, η προσαρμογή δεν σχετίζεται μόνον με ταεργαλεία που είναι στη διάθεση της Συμμαχίας, αλλά επίσης και με τοσκοπό του ΝΑΤΟ ως ενός συνόλου, αλλά και με τους κανόνες πουκαθοδηγούν τη συνεργασία. Η εμφάνιση των μη παραδοσιακών απειλώναπό τότε που τελείωσε ο Ψυχρός Πόλεμος έκαναν δύσκολες τιςδιαπραγματεύσεις γύρω από μια κοινή αντίληψη της ασφάλειας. Τηνίδια στιγμή, ωστόσο, η αντίδραση σε αυτές τις απειλές απαιτούσεμεγαλύτερη ετοιμότητα και ευελιξία στον στρατηγικό σχεδιασμό, έτσιώστε να προετοιμαστεί η Συμμαχία για ένα ευρύτερο φάσμακαθηκόντων.
Παγκόσμιες απειλές
Οι σημερινές παγκόσμιες απειλές για την ασφάλεια έχουν δύοιδιότητες που κάνουν δύσκολη την αποδοτική εφαρμογή τωνπροσχεδιασμένων εργαλείων. Πρώτον, οι μη παραδοσιακές απειλέςαπορρέουν περισσότερο από κοινωνικές εξελίξεις παρά απόκυβερνητικές αποφάσεις, αναγκάζοντας έτσι τους σχεδιαστές τηςστρατηγικής να επανεξετάσουν τα παραδοσιακά εργαλεία όπως είναι ηστρατιωτική επέμβαση και η αποτροπή. Δεύτερον, η αβεβαιότητα είναιένα καθοριστικό στοιχείο της πολιτικής ασφαλείας σήμερα, από τηστιγμή που είναι άγνωστο το κίνητρο, οι προθέσεις και οιδυνατότητες των αντιπάλων που δεν είναι κράτη. Επιπλέον, ουπολογισμός της επίπτωσης από τα γεγονότα και τις ενέργειες στηνμία πλευρά του κόσμου πάνω στην ασφάλεια της άλλης είναι εξαιρετικάδύσκολος, κάτι που το λιγότερο κάνει το ίδιο πιθανή τηνμεγαλοποίηση της απειλής όπως και τον εφησυχασμό γύρω απόαυτήν.
Σε αυτές τις αβέβαιες καταστάσεις, τα μέλη του ΝΑΤΟ έπρεπε νααναπτύξουν δυνάμεις ικανές να αναπτυχθούν γρήγορα για να πάνεοπουδήποτε χρειάζεται. Την ίδια στιγμή, οι Σύμμαχοι επεδίωξανεπίσης να μειώσουν τα επίπεδα αβεβαιότητας, βοηθώντας στηνοικοδόμηση πολιτικής σταθερότητας και διαφάνειας στις περιοχές τωνκρίσεων. Αυτή η διπλή προσέγγιση καθοδήγησε τη διαδικασίαπροσαρμογής που, αν και διστακτικά, περνά το ΝΑΤΟ από τότε πουτελείωσε ο Ψυχρός Πόλεμος, και εντός της οποίας μπορούμε ναπροσδιορίσουμε τρία στοιχεία, που το καθένα έχει τα δικά τουκίνητρα και τις κατευθυντήριες δυνάμεις.
Το πρώτο στοιχείο ήταν η οικοδόμηση συνεταιρισμών ασφαλείας, πουστόχευαν στην επέκταση της ζώνης σταθερότητας εντός της Ευρώπης.Αντιδρώντας στο κενό που δημιούργησε η διάλυση του Συμφώνου τηςΒαρσοβίας, το ΝΑΤΟ προσέφερε συνεργατικές δομές για να συνδέσειμαζί του τους πρώην αντιπάλους, συμπεριλαμβάνοντας τελικώς και έναμηχανισμό για να γίνουν μέλη της Συμμαχίας, και για να ενσωματώσουντου στρατούς των Εταίρων σε επιχειρήσεις διαχείρισης κρίσεων στηνΕυρώπη. Το δεύτερο στοιχείο σχετίζεται με την αυξανομένη προθυμίατου ΝΑΤΟ να χρησιμοποιήσει δύναμη στη διαχείριση κρίσεων και στησταθεροποίηση – πρώτα στα Βαλκάνια, και τώρα στη Κεντρική Ασία.Έχοντας αρχίσει ως ένας οργανισμός που εστίασε στη διατήρηση τηςασφάλειας στην Ευρώπη, κατά καιρούς υπήρξε διασπαστική για το ΝΑΤΟη διεύρυνση του σκοπού και του πεδίου των επιχειρήσεών του, καικάποια μέλη επεδίωξαν να αντισταθούν στη διαδικασία.
Το τρίο στοιχείο αναπτύχθηκε από την αναδιάρθρωση των δυνάμεων τουΨυχρού Πολέμου στη διάρκεια του 1990 και εξελίχθηκε στο σημερινόφιλόδοξο πρόγραμμα μετασχηματισμού της δύναμης. Οι στρατιωτικέςαπαιτήσεις των νέων επιχειρήσεων της Συμμαχίας πιέζουν τις αρχικέςμεταρρυθμίσεις. Αντιδρώντας σε αυτή την πίεση, οι αρχές όπως ηευελιξία, η ικανότητα ανάπτυξης, η ικανότητα διατήρησης, ητεχνολογική υπεροχή, η αποτελεσματικότητα και πάνω από όλα ηδιαλειτουργικότητα έγιναν οι ακρογωνιαίοι λίθοι της συνάφειας τουΝΑΤΟ ως ενός οργανισμού ασφαλείας.
Στρατιωτικός μετασχηματισμός
Στο τομέα αυτό οι Ηνωμένες Πολιτείες ενεργούν με αποτελεσματικότρόπο ως ένας πολιτικός εργολάβος που πιέζει για τη προώθηση τηςατζέντας. Πράγματι, ο στρατιωτικός μετασχηματισμός του NATOαποτελείται κυρίως από την μεταφορά τεχνολογίας, δόγματος καιδιαρθρωτικών καινοτομιών, την επανάσταση στις στρατιωτικέςυποθέσεις που άλλαξε τον τρόπο με τον οποίο οι Ηνωμένες Πολιτείεςμπορούν να διεξάγουν στρατιωτικές επιχειρήσεις, στην υπόλοιπηΣυμμαχία. Η διαδικασία αυτή προωθήθηκε κατά τη διάρκεια της πρώτηςθητείας του George W. Bush ως προέδρου και μπορεί να θεωρηθεί ως τομέσο για την ανάπτυξη διαλειτουργικών δυνάμεων για επιχειρήσειςσυνασπισμών, διασφαλίζοντας με αυτόν τον τρόπο ότι οι Συμμαχικέςένοπλες δυνάμεις είναι εξοπλισμένες για να επιχειρούν στο μέλλονδίπλα στις δυνάμεις των ΗΠΑ.
Ο στρατιωτικός μετασχηματισμός είναι μια δυναμική διαδικασία χωρίςνα είναι δυνατό να προβλεφθεί το τέλος, με επιπτώσεις για τουςστρατιώτες, τον εξοπλισμό και την τεχνολογία, όπως επίσης για τιςδομές και τις αρχές που καθοδηγούν την ανάπτυξη της δύναμης και τηδιεξαγωγή των στρατιωτικών επιχειρήσεων. Με αυτόν τον τρόπο, τοΝΑΤΟ δεν επιβλέπει μόνον τον μετασχηματισμό εντός των δυνάμεων τωνμελών του, αλλά υπόκειται σε μετασχηματισμό και αυτό το ίδιο.
Οι πλέον ορατές εκδηλώσεις του στρατιωτικού μετασχηματισμού τουΝΑΤΟ υπήρξαν η δημιουργία της Συμμαχικής Διοίκησης Μετασχηματισμούστο Norfolk, της Virginia, στις ΗΠΑ και η ανάπτυξη της ΔύναμηςΑντίδρασης του ΝΑΤΟ (NRF). Η NRF είναι σήμερα το επίκεντρο τουμετασχηματισμού της δύναμης, και λειτουργεί ως πεδίο δοκιμών γιατην νέα τεχνολογία, το δόγμα και τις διαδικασίες. Καθώς υπάρχειτακτική και συχνή εναλλαγή των δυνάμεων, τα στρατιωτικά αγήματα πουεπιστρέφουν πίσω μπορούν να μεταφέρουν γρήγορα την εμπειρία και ταπροσόντα που ανέπτυξαν εντός της NRF και να τα περάσουν μέσα στιςεθνικές τους δυνάμεις. Από τη στιγμή που η NRF αποτελείται κυρίωςαπό Ευρωπαίους, χρησιμεύει επίσης και ως ένα όχημα για τηνσφυρηλάτηση ακόμη πιο συνεκτικών πολιτικών εντός της Ευρώπης όσοναφορά στις προμήθειες. Σαφώς, ο μετασχηματισμός δεν είναι πλέοναπλά ένα θέμα στην ατζέντα του ΝΑΤΟ, αλλά αποτελεί σήμερα έναχαρακτηριστικό στοιχείο της Συμμαχίας.
Εν τούτοις, ο μετασχηματισμός αυτός καθ’ εαυτός δεν είναι έναςεπαρκώς πειστικός κοινός σκοπός που μπορεί να κρατήσει ενωμένουςτους Συμμάχους και το ΝΑΤΟ. Η συνοχή της Συμμαχίας σε έναν κόσμοπου μεταβάλλεται απαιτεί μεγαλύτερη και ουσιαστική συμφωνία πάνωστη φύση των προκλήσεων ασφαλείας και στις προσεγγίσεις για τηναντιμετώπισή τους. Ωστόσο, αν και οι περισσότεροι παρατηρητέςθεωρούν ότι η Στρατηγική Αντίληψη της Συμμαχίας του 1999 – τοσυμφωνημένο έγγραφο που αναλύει το στρατηγικό περιβάλλον και τουςτρόπους με τους οποίους αντιμετωπίζει η Συμμαχία τις απειλές πουέχει απέναντί της – είναι ξεπερασμένη, οι διατλαντικές διαφορέςκατά τα τελευταία δύο χρόνια έχουν υποσκάψει κάθε προοπτική για τονεκσυγχρονισμό της. Πράγματι, είναι αποκαλυπτικό ότι ΤοΣτρατηγικό Όραμα, το έγγραφο που παρέχει το στρατηγικό θεμέλιοτης διαδικασίας του μετασχηματισμού, δεν είναι ένα επίσημοσυμφωνημένο έγγραφο της Συμμαχίας, αλλά ένα δημοσίευμα που εκδόθηκεαπό τους Ανώτατους Διοικητές της Συμμαχίας: τον Ανώτατο ΣυμμαχικόΔιοικητή Ευρώπης Στρατηγό James L. Jones και τον Ανώτατο ΣυμμαχικόΔιοικητή Μετασχηματισμού Ναύαρχο Edmund P. Giambastiani.
Όπως επισημάνθηκε ανωτέρω, το ΝΑΤΟ δεν είναι ο μοναδικόςοργανισμός ασφαλείας που χρειάζεται μεταρρύθμιση. Άλλοι δύοοργανισμοί με στενούς δεσμούς με τη Συμμαχία προσαρμόζονται επίσηςστις αλλαγές του περιβάλλοντος ασφαλείας, όμως με διαφορετικάαποτελέσματα. Η ταχεία ανάπτυξη μιας Ευρωπαϊκής Πολιτικής Ασφάλειαςκαι Άμυνας (ESDP) συνεισέφερε στο να αποκτήσει η Ευρωπαϊκή Ένωσηδικαιωματικά ένα χαρακτήρα ασφαλείας. Αντιθέτως, ο αργός ρυθμός καιη διοικητική φύση των μεταρρυθμίσεων στα Ηνωμένα Έθνηδιακινδυνεύουν να υπονομεύσουν το νομικό θεμέλιο των διεθνώνπροσπαθειών για σταθεροποίηση. Με δεδομένη την αλληλεπίδραση πουυπάρχει από την σχέση μεταξύ του ΝΑΤΟ και των δύο αυτών οργανισμών,αξίζει να εξετάσουμε τις διαδικασίες μεταρρύθμισης που συντελούνταισε αυτούς.
Η εξέλιξη της ΕΕ
Η Ευρωπαϊκή Ένωση ανέπτυσσε την ESDP ως ένα σημαντικό στοιχείο τηςεξωτερικής της πολιτικής για να προσθέσει στρατιωτική ευρωστία στηνοικονομική ισχύ που είχε ήδη στη διάθεσή της. Με απώτερο σκοπό νααντιμετωπίσει τις ρίζες που προκαλούν τις απειλές όπως εκείνες πουδημιουργούνται από τον εξτρεμισμό, τη μετανάστευση και τοοργανωμένο έγκλημα, η Ευρωπαϊκή Ένωση εδώ και καιρό εστίασε πάνωστα μη στρατιωτικά εργαλεία για να σφυρηλατήσει σταθερότητα στοεξωτερικό. Το στρατιωτικό στοιχείο της Κοινής Εξωτερικής Πολιτικήςκαι Πολιτικής Ασφαλείας βοηθά σήμερα να ισορροπήσει εκ νέου ηπροσέγγιση αυτή και να προσφέρει στην Ευρωπαϊκή Ένωση περισσότερεςεπιλογές πολιτικής, παρότι δεν είναι ιδιαίτερα μεγάλη η προθυμίατης Ευρωπαϊκής Ένωσης να σκεφθεί για την ίδια ένα ρόλο στρατιωτικούπρωταγωνιστή.
Όλα αυτά τα χρόνια γραφόταν συχνά ότι τοΝΑΤΟ κατάφερε να κάνει σχεδόν ειδικότητά του την προσαρμογή στιςνέες προκλήσεις.
Η Στρατηγική Ασφαλείας της ΕυρωπαϊκήςΈνωσης του 2003, την οποία έγραψε αρχικά και διαπραγματεύτηκε ηγραμματεία του Συμβουλίου, βοήθησε να δημιουργηθεί μια νέα δυναμικήστην εσωτερική της αντιπαράθεση για την ασφάλεια. Το έγγραφο είναιαφ’ ενός ένας συμβιβασμός, που συγκεντρώνει διαφορετικές απόψειςπάνω στην σύννομη χρήση της δύναμης και αφ’ ετέρου μια προκλητικήπρόσκληση για δράση, που απαιτεί μεγαλύτερη και πιο έγκαιρηΕυρωπαϊκή εμπλοκή, όπως επίσης και μεγαλύτερες προσπάθειες για ναγίνουν πιο συνεκτικά τα ευρωπαϊκά εργαλεία εξωτερικής πολιτικής.Αυτές οι νέες προσεγγίσεις δοκιμάζονται τώρα τόσο στη Βοσνία καιΕρζεγοβίνη όσο και σε άλλα μέρη. Επιπλέον, αντιμετωπίστηκαν πολλάαπό τα προβλήματα της συνοχής στην πορεία των διαπραγματεύσεων γιατο Σύνταγμα της ΕΕ. Με αυτόν τον τρόπο, ακόμη και αν δεν επικυρωθείτο Σύνταγμα, πολλά από τα μέτρα αυτά θα επιβιώσουν,συμπεριλαμβανομένης και της δημιουργίας μιας Υπηρεσίας ΕυρωπαϊκήςΆμυνας που θα βοηθήσει στο συντονισμό των στρατιωτικώνπρομηθειών.
Όλο και περισσότερο, ως αποτέλεσμα των επιχειρήσεων στην πρώηνΓιουγκοσλαβία, η Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΝΑΤΟ εργάζονται μαζίαποτελεσματικά σύμφωνα με τις διευθετήσεις του «Βερολίνου συν»βάσει των οποίων η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει πρόσβαση στους πόρους τουΝΑΤΟ. Και παρόλη αυτή την πρακτική συνεργασία, πολλοί αναλυτέςπροβλέπουν ότι μπορεί τελικά να γίνουν ανταγωνιστές οι εν λόγωοργανισμοί. Πολλοί Ευρωπαίοι πιστεύουν ότι αυτή η ομάδα τωνπολύπλευρων εργαλείων που ελπίζουν ότι θα δημιουργηθούν για τηνεξωτερική πολιτική της ΕΕ είναι πιο κατάλληλη για να αντιμετωπίσειτις σύγχρονες προκλήσεις σε σύγκριση με μια προσέγγιση πουβασίζεται στην στρατιωτική ισχύ. Βεβαίως, η στρατηγική συναίνεσητόσο στην Ευρωπαϊκή Ένωση όσο και στο ΝΑΤΟ στην πραγματικότηταείναι παρόμοια. Επιπλέον, μόνον λίγα μέλη της ΕΕ επιθυμούν ναοικοδομήσουν μια Ευρωπαϊκή Ένωση που θα είναι το αντίβαρο τωνΗνωμένων Πολιτειών. Η πλειοψηφία θέλει απλά να γίνει πιο ισχυρή ηΕυρώπη προκειμένου να γίνει ένας πιο ελκυστικός και επομένως και μεμεγαλύτερη επιρροή συνεταίρος των Ηνωμένων Πολιτειών. Και ενώ τακίνητρα πίσω από την ESDP μπορεί να ποικίλουν, η πίστη που ταστηρίζει είναι επαρκώς μεγάλη για να προωθήσει τη διαδικασία.
Η μεταρρύθμιση του ΟΗΕ
Η διαδικασία μεταρρύθμισης στα Ηνωμένα Έθνη είναι ένα παράδειγμαοργανωτικής προσαρμογής εξ αιτίας της απουσίας ενός ηγετικούκράτους που ενεργεί ως κατευθυντήρια πολιτική δύναμη, και παράλληλατης απουσίας συμφερόντων μεταξύ των κρατών-μελών τα οποία νασυγκλίνουν. Στη περίπτωση αυτή, ο Γενικός Γραμματέας και η ομάδατου είναι σημαίνοντες πρωταγωνιστές, όμως δεν έχουν το απαραίτητοβάρος για να επιτύχουν κάτι περισσότερο από ικανοποιητικά κέρδη στηδιοίκηση του ΟΗΕ και δεν είναι σε θέση να ξεκινήσουν έναν διεξοδικόμετασχηματισμό του οργανισμού των Ηνωμένων Εθνών ως συνόλου.
Το τέλος του Ψυχρού Πολέμου φαίνεται ότι κληρονόμησε νέεςδυνατότητες στο εδώ και καιρό ακινητοποιημένο Συμβούλιο Ασφαλείαςτων Ηνωμένων Εθνών. Η Ατζέντα για την Ειρήνη του 1992προσέφερε ένα ευκρινές περίγραμμα των καθηκόντων διατήρησης τηςειρήνης και επιβολής της ειρήνης για τα Ηνωμένα Έθνη και βοήθησεστην καθοδήγηση του εκσυγχρονισμού του Τμήματος ΕπιχειρήσεωνΔιατήρησης της Ειρήνης του ΟΗΕ. Επιπλέον, στα χρόνια πουακολούθησαν, μετασχηματίστηκε η Γραμματεία για να γίνει πιο ικανήκαι πιο αποτελεσματική. Ωστόσο, είναι πολύ πιο δύσκολη η επίτευξηοποιασδήποτε αλλαγής που απαιτεί τόσο ομοφωνία όσο και δέσμευση τωνκρατών-μελών.
Ένα στοιχείο αυτής της πολύπλοκης προσπάθειας είναι ομετασχηματισμός του ιδίου του Συμβουλίου Ασφαλείας. Και ενώ υπάρχειγενική συμφωνία ότι το Συμβούλιο Ασφαλείας θα είναι ένα περισσότεροαξιόπιστο εργαλείο εάν αντικατοπτρίζει με μεγαλύτερη ακρίβεια τηνπραγματική κατανομή του πληθυσμού και της δύναμης στον κόσμο, δενυπάρχει συναίνεση πάνω στην μεταρρύθμισή του. Για να σπάσει τοαδιέξοδο, ο Γενικός Γραμματέας Kofi Annan δημιούργησε μια επιτροπήαπό υψηλόβαθμους αξιωματούχους η οποία υπέβαλε την έκθεσή της τονπερασμένο Δεκέμβριο. Πέρα από την παρουσίαση εκσυγχρονισμένωνπροτάσεων για τη μεταρρύθμιση του Συμβουλίου Ασφαλείας, η επιτροπήπρότεινε και μια σειρά από ριζοσπαστικές αλλαγές για τα ΗνωμέναΈθνη, συμπεριλαμβάνοντας προσδιορισμένα κριτήρια για προληπτικήστρατιωτική δράση. Έτσι η έκθεση δημιούργησε επιπρόσθετη πίεση γιαπεριεκτική μεταρρύθμιση και χρησιμεύει και ως ένα πολυδιαφημισμένοέγγραφο για μνεία στην αντιπαράθεση των απόψεων.
Το μελλοντικό σχήμα και η αποτελεσματικότητα των Ηνωμένων Εθνώνείναι σημαντική για τον μετασχηματισμό του ΝΑΤΟ. Αυτό συμβαίνειγιατί η νομιμότητα βασίζεται στο διεθνές δίκαιο, και μια εντολή τουΣυμβουλίου Ασφαλείας, είναι μια σημαντική, αν όχι απαραίτητηπροϋπόθεση για τους περισσότερους Ευρωπαίους Συμμάχους, προκειμένουνα σκεφθούν τη χρήση δύναμης. Μια στενή σχέση μεταξύ του ΝΑΤΟ καιτων Ηνωμένων Εθνών όταν πρόκειται για την ανάπτυξη της NRF θαβοηθούσε επομένως στον μετασχηματισμό της Συμμαχίας με μεγαλύτερηπολιτική συναίνεση.
Οι προοπτικές του NATO
Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1990, μετά από το τέλος τουΨυχρού Πολέμου, το ΝΑΤΟ κατάφερε να επιβιώσει και να συνεχίσει τοέργο του εστιάζοντας στη διαχείριση κρίσεων στην Ευρώπη. Και ενώ τοέργο αυτό ήταν ουσιώδες για την ευρύτερη ευρωπαϊκή ασφάλεια, δενήταν κάτι που θα μπορούσε να αντικαταστήσει την υπαρξιακή απειλήπου έθετε η Σοβιετική Ένωση όσον αφορά την σφυρηλάτηση πολιτικήςσυνοχής και μιας κοινής ταυτότητας στη Συμμαχία. Παρομοίως, ηατζέντα μετασχηματισμού που έκανε τη Συμμαχία να προχωρήσειαποτελεσματικά μετά την 11η Σεπτεμβρίου, και ειδικά μετά τη ΣύνοδοΚορυφής της Πράγας του 2002 απέτυχε να αντιμετωπίσει με επιτυχίατις πολιτικές διαιρέσεις μεταξύ Συμμάχων.
Κάποιοι αναλυτές πιστεύουν ότι η παρούσα ατζέντα τουμετασχηματισμού αντιπροσωπεύει τον μεγαλύτερο δυνατό βαθμόσυναίνεσης που μπορεί να επιτευχθεί σήμερα στο ΝΑΤΟ. Με αποτέλεσμα,να φοβούνται ότι οποιαδήποτε συναίνεση υπάρχει κατά πάσα πιθανότηταθα διαλυθεί μόλις η Συμμαχία θα πρέπει να αντιμετωπίσει αποφάσειςγύρω από τη χρήση ή την απειλή χρήσης δύναμης, την ανθρωπιστικήεπέμβαση ή την εμπλοκή σε κάποια πιο μακρινή στρατηγική περιοχή,θέτοντας έτσι και πάλι σε κίνδυνο την ύπαρξη του ΝΑΤΟ. Κατά ταάλλα, η Συμμαχία μπορεί να επιβιώσει αλλά ως ένας πάροχος υπηρεσιώνπου θα διαθέτει δυνατότητες σε επιχειρήσεις συνασπισμών πουκαθοδηγούνται από τις Ηνωμένες Πολιτείες και πιθανά που στο μέλλονθα καθοδηγούνται από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Τραβώντας την προσοχή στην απουσία στρατηγικής συζήτησης στο ΝΑΤΟ,ο Γερμανός Καγκελάριος Schroder έβαλε τα θέματα αυτά στο τραπέζι.Μπορεί επίσης να δρομολόγησε ακριβώς εκείνο το είδος του διαλόγουπου πιστεύει ότι είναι απαραίτητο για να αναζωογονήσει τηδιατλαντική σχέση. Και ενώ δεν έγινε αποδεκτή η υπόδειξή του για τηδημιουργία μιας ομάδας υψηλού επιπέδου, οι αντιπρόσωποι των ΗΠΑέδειξαν γρήγορα ότι και εκείνοι είναι πρόθυμοι για ένα τέτοιοδιάλογο και ότι έχουν και εκείνοι κάποιο στόχο για το ΝΑΤΟ. «Δεν θαέπρεπε ο κινητήριος σκοπός του ΝΑΤΟ να είναι σήμερα να βοηθήσει ναεπεκταθεί η σημαία της ελευθερίας, της ασφάλειας και της ειρήνης σεανθρώπους και κράτη που είναι πιο νότια και ανατολικά;» διερωτήθηκεο πρώην Πρεσβευτής των ΗΠΑ στο ΝΑΤΟ Nicholas Burns σε μιασυνέντευξη που έδωσε σε εφημερίδα την παραμονή της αναχώρησής τουαπό τις Βρυξέλλες. Το θέμα είναι κατά πόσο πρόκειται για μια σημαίαπου μπορούν να ακολουθήσουν οι Ευρωπαίοι.
Ο Henning Riecke είναι μόνιμος ερευνητήςστο Deutsche Gesellschaft fur Auswartige Politik στο Βερολίνο, μεεξειδίκευση την ευρωπαϊκή και διατλαντικήασφάλεια.